Κάθε ψηφιακή φωτογραφία αποθηκεύεται στις κάρτες μνήμης ή στην εσωτερική μνήμη τής μηχανής, ως ένα αρχείο συγκεκριμένου τύπου. Ο τύπος τού αρχείου (αποκαλείται επίσης και φορμά αρχείου) παίζει σημαντικό ρόλο στην ποιότητα της τελικής εικόνας και καθορίζει δευτερεύοντες παράγοντες, όπως η ταχύτητα εγγραφής και ο χώρος που θα καταλάβει στη μνήμη.

Οι τύποι των αρχείων που χρησιμοποιούνται στις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές είναι τρεις:

 

JPEG (Joint Photographic Experts Group)

Τα αρχεία JPEG είναι αναμφίβολα τα δημοφιλέστερα στον χώρο της ψηφιακής φωτογραφίας. Βασιζόμενα σε πολύπλοκους αλγορίθμους συμπίεσης, προσφέρουν από τη μία μικρό μέγεθος αρχείου και από την άλλη πολύ καλή απόδοση λεπτομερειών και χρωμάτων. Όλες οι ψηφιακές μηχανές μπορούν να αποθηκεύσουν τις εικόνες τους ως JPEG. Μάλιστα, δίνουν στον χρήστη τη δυνατότητα να επιλέξει και τον βαθμό συμπίεσης. Η δυνατότητα αυτή περιλαμβάνεται συνήθως στο μενού ρυθμίσεων και περιγράφεται ως "ποιότητα εικόνας" (image quality). Τις περισσότερες φορές ο χρήστης μπορεί να επιλέξει ανάμεσα σε 2 ή 3 επίπεδα συμπίεσης. Όσο μικρότερη είναι η συμπίεση, τόσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος του αρχείου, αλλά και τόσο καλύτερο το αποτέλεσμα. Συνήθως, οι διαφορετικοί βαθμοί συμπίεσης αναφέρονται στο μενού ως Fine, Standard και Basic (ή Economy).

Για να πετύχει τη συμπίεση της εικόνας, το φορμά JPEG, αναγκάζεται να "ξεφορτωθεί" και να απλοποιήσει κάποια από τα δεδομένα της. Από τη στιγμή που πραγματοποιείται η συμπίεση, τα δεδομένα αυτά δεν μπορούν να επανέλθουν. Επομένως, όσο μεγαλύτερη είναι η συμπίεση, τόσο περισσότερα δεδομένα χάνονται με σκοπό την παραγωγή ενός μικρότερου μεγέθους αρχείου. Η απώλεια αυτή των δεδομένων, μπορεί να μη διακρίνεται εύκολα με γυμνό μάτι, όμως οδηγεί σε περιορισμούς όταν κάποιος επιχειρήσει να επεξεργαστεί τη φωτογραφία στον υπολογιστή. Οι περιορισμοί αυτοί αφορούν κυρίως την απόδοση της τονικότητας των χρωμάτων.

Παράλληλα, η υπερβολική συμπίεση που παρέχει η ρύθμιση Basic, ενδέχεται να επιδράσει αρνητικά και στην απόδοση των λεπτομερειών. Η μείωση αυτή εχει τη μορφή σφαλμάτων αναπαραγωγής και παραλείψεων, Φυσικά, το πρόβλημα στην απόδοση των λεπτομερειών θα γίνει ορατό μόνο στις πολύ μεγάλες και επιμέρους μεγεθύνσεις ενός τμήματος της εικόνας.

 

TIFF (Tagged Image File Format)

Τα αρχεία εικόνας TIFF είναι τα μεγαλύτερα που μπορεί να δώσει μια ψηφιακή μηχανή. Μάλιστα, το μέγεθός τους είναι σημαντικά μεγαλύτερο από ένα απλό αρχείο JPEG κι έτσι απαιτούν περισσότερο χρόνο εγγραφής και μεγαλύτερο αποθηκευτικό χώρο στην κάρτα μνήμης. Μπορούν να διαβαστούν από όλα σχεδόν τα προγράμματα επεξεργασίας κι αναπαραγωγής φωτογραφιών και σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στα JPEG, οι εικόνες που έχουν καταγραφεί ως αρχεία TIFF, δεν υφίστανται απώλεια δεδομένων.

Σε γενικές γραμμές, τα TIFF ενδείκνυται για μεγάλες μεγεθύνσεις, καθώς δεν παρουσιάζουν σφάλματα στην απόδοση της τονικότητας και των λεπτομερειών.

 

RAW

Η ονομασία αυτή δεν είναι το ακρωνύμιο κάποιων λέξεων, αλλά παραπέμπει στη διαδικασία τής δημιουργίας του συγκεκριμένου φορμά εικόνας. Τα αρχεία RAW είναι η πρωτόλεια πληροφορία τού αισθητήρα της ψηφιακής μηχανής που δεν έχει περάσει σχεδόν κανένα στάδιο επεξεργασίας, εξού και το όνομά τους (raw = ακατέργαστος).

Ως ακατέργαστη πληροφορία, λοιπόν, τα αρχεία RAW προσφέρουν πολύ μεγαλύτερη ευελιξία επεξεργασίας. Η επεξεργασία αυτή πραγματοποιείται στον υπολογιστή με τη βοήθεια προγραμμάτων επεξεργασίας εικόνας (πχ. Photoshop). Τα προγράμματα αυτά δίνουν στον χρήστη τη δυνατότητα να εφαρμόσει στη φωτογραφία διάφορες παραμέτρους, όπως η ισορροπία λευκού, το επίπεδο κορεσμού των χρωμάτων, το φίλτρο ηλεκτρονικού θορύβου κλπ. Διευκρινίζεται πως στα αρχεία τύπου JPEG και TIFF, την ίδια δουλειά αναλαμβάνει να κάνει ο επεξεργαστής της μηχανής.

Μετά την επεξεργασία στην οποία έχουν υποβληθεί, τα αρχεία RAW πρέπει να μετατραπούν σε αρχεία άλλου φορμά (πχ. TIFF, JPEG, BITMAP) προκειμένου να μπορούν να αναγνωριστούν από την πλειοψηφία των προγραμμάτων ενός υπολογιστή.

Λόγω της μεγάλης ευελιξίας που προσφέρουν, αποτελούν τη συχνότερη επιλογή των επαγγελματιών φωτογράφων. το μέγεθός τους είναι μεγαλύτερο σε σχέση με τα JPEG και πλεονεκτούν έναντί αυτών στον τομέα της αναπαραγωγής της τονικότητας και της απόδοσης των λεπτομερειών. Σε σχέση με τα TIFF υπερτερούν λόγω τού μικρότερου μεγέθους τους, το οποίο μεταφράζεται σε ταχύτερους χρόνους εγγραφής και μικρότερες απαιτήσεις χωρητικότητας. Μειονεκτούν βέβαια, επειδή δεν διαβάζονται από την πλειονότητα των προγραμμάτων ενός υπολογιστή.

Τέλος, τα RAW αρχεία έχουν δυνατότητα συμπίεσης, εξοικονομώντας χώρο στην κάρτα μνήμης, δίχως όμως να αλλοιώνεται σημαντικά η ποιότητα της εικόνας, αρκεί να ξέρετε ποια μορφή συμπίεσης να επιλέξετε.

 

 

Επιλογή του κατάλληλου φορμά αρχείου

Μία απο τις συχνότερες ερωτήσεις στον χώρο της φωτογραφίας αφορά το "ποιος είναι ο καλύτερος τύπος αρχείου;". Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν μπορεί να είναι απόλυτη, γιατί εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και πρωτίστως από τις απαιτήσεις και την ιεράρχηση των προτεραιοτήτων κάθε φωτογράφου. Εάν για παράδειγμα κάποιος θέλει να φωτογραφήσει το κατοικίδιό του ή μερικά στιγμιότυπα από ένα παιδικό πάρτυ, δε χρειάζεται να χρησιμοποιήσει RAW ή TIFF. Τα "ταπεινά" JPEG θα καλύψουν και με το παραπάνω τις ανάγκες του. Εάν από την άλλη, στόχος είναι η μεγαλύτερη δυνατή ευελιξία επεξεργασίας στον υπολογιστή, τότε τα RAW είναι μονόδρομος.

Τα αρχεία TIFF ενδείκνυται μόνο όταν απαιτούνται μεγάλες εκτυπώσεις ή μεγάλες επιμέρους μεγεθύνσεις ενός τμήματος της εικόνας. Σε γενικές γραμμές, όμως, καλό είναι να αποφεύγονται. καθώς το μεγάλο μέγεθός τους είναι σημαντικός περιοριστικός παράγοντας. Οι κάρτες μνήμης γεμίζουν γρηγορότερα και οι μπαταρίες αδειάζουν πιο γρήγορα, λόγω της περισσότερης ενέργειας που απαιτείται κατά τη διαδικασία επεξεργασίας και αποθήκευσης.